Одностайний στα ελληνικά

Μετάφραση: одностайний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία
Одностайний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вигін στα ελληνικά - σιτίζω, στροφή, ταΐζω, σκύβω, γέρνω, καμπυλώνεται, τροφοδοτώ, ...
  • двояко στα ελληνικά - διπλός, διττός, διττό, διπλή, διττή
  • живіт στα ελληνικά - προκοίλι, κοιλιά, στομάχι, στομάχου, του στομάχου, το στομάχι, στο στομάχι
  • зідрати στα ελληνικά - γδέρνομαι, βόσκω, zidraty
Τυχαίες λέξεις
Одностайний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία