Оператор στα ελληνικά

Μετάφραση: оператор, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακόλουθος, χειριστής, επιχειρηματίας, διαχειριστής, φορέα, χειριστή
Оператор στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бадьоро στα ελληνικά - πρόσφατα, χαρωπά, χαρούμενα, ευχάριστα, πρόσχαρα, χαρούμενη
  • гаптувати στα ελληνικά - ραφή, ράβω, haptuvaty
  • досконало στα ελληνικά - τελείως, απολύτως, τέλεια, απόλυτα, πλήρως, ιδανική
  • екстер'єр στα ελληνικά - εξωτερικός, εξωτερικό, εξωτερική, εξωτερικές, εξωτερικά
Τυχαίες λέξεις
Оператор στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακόλουθος, χειριστής, επιχειρηματίας, διαχειριστής, φορέα, χειριστή