Ослаблення στα ελληνικά

Μετάφραση: ослаблення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μείωση, ελάττωση, σκυταλοδρομία, ετικέτα, απόσβεση, εξασθένηση, εξασθένησης, εξασθένιση, εξασθένισης
Ослаблення στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відображений στα ελληνικά - εμφανίζονται, εμφανίζεται, εμφανιστεί, που εμφανίζεται, που εμφανίζονται
  • заведення στα ελληνικά - ίδρυση, ώθηση, κίνηση, ενεργοποίηση, ενεργοποίησης, την ενεργοποίηση
  • заманити στα ελληνικά - δελεάζω, δέλεαρ, θέλγητρο, δόλωμα, γοητεία, δολώματος
  • людино-день στα ελληνικά - άνθρωπος, ο άνθρωπος, άνθρωπο, άνδρας, άνδρα
Τυχαίες λέξεις
Ослаблення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μείωση, ελάττωση, σκυταλοδρομία, ετικέτα, απόσβεση, εξασθένηση, εξασθένησης, εξασθένιση, εξασθένισης