Перевезти στα ελληνικά

Μετάφραση: перевезти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουβαλώ, συνεπαίρνω, αραμπάς, χειράμαξα, μεταφέρω, μεταφορά, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Перевезти στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • влучний στα ελληνικά - ευαίσθητος, προσεκτικός, σαφής, οριστικός, αυστηρός, ρητός, κατηγορηματικός, ...
  • вчинити στα ελληνικά - δεσμεύω, πράξη, κάνω, διαπράττω, κάνει, κάνετε, κάνουμε, ...
  • жовчність στα ελληνικά - χολή, ίκτερο, ίκτερος, ίκτερου, ικτέρου, ο ίκτερος
  • лев'ячий στα ελληνικά - λεοπάρδαλη, λιοντάρια, τα λιοντάρια, λιονταριών, λεόντων, λέοντες
Τυχαίες λέξεις
Перевезти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουβαλώ, συνεπαίρνω, αραμπάς, χειράμαξα, μεταφέρω, μεταφορά, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν