Перевозити στα ελληνικά
Μετάφραση: перевозити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταφέρω, διαβιβάζω, αραμπάς, μεταφορά, χειράμαξα, μεταβιβάζω, συνεπαίρνω, κουβαλώ, μεταδίδω, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- блюдце στα ελληνικά - πιατάκι, δίσκος, δίσκο, πιατακιών, saucer
- жменя στα ελληνικά - χούφτα, φοίνικας, λίγες, ελάχιστες, λίγα, χούφτας
- заявки στα ελληνικά - εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή
- згорнутись στα ελληνικά - πήζω, μπούκλα, κατσαρώματος, κατσάρωμα, μπουκλών, curl
Τυχαίες λέξεις
Перевозити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταφέρω, διαβιβάζω, αραμπάς, μεταφορά, χειράμαξα, μεταβιβάζω, συνεπαίρνω, κουβαλώ, μεταδίδω, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Μεταφράσεις: μεταφέρω, διαβιβάζω, αραμπάς, μεταφορά, χειράμαξα, μεταβιβάζω, συνεπαίρνω, κουβαλώ, μεταδίδω, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν