Передатчик στα ελληνικά
Μετάφραση: передатчик, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πομπός, μεταδότης, διαβιβαστής, πομπό, πομπού, μεταδότη, του πομπού
Μεταφράσεις
- безжиттєвий στα ελληνικά - άψυχος, άψυχο, άψυχα, νεκρό, άψυχη
- вихолощувати στα ελληνικά - μουνουχίζω, Geld, Χρημάτων, ευνουχίζω
- лондонець στα ελληνικά - μοναχικός, μόνος, Λονδρέζος, londoner, Λονδρέζος ο
- люкс στα ελληνικά - εντοπίζω, luxe, πολυτελείας, πολυτελείς, πολυτελής
Τυχαίες λέξεις
Передатчик στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πομπός, μεταδότης, διαβιβαστής, πομπό, πομπού, μεταδότη, του πομπού
Μεταφράσεις: πομπός, μεταδότης, διαβιβαστής, πομπό, πομπού, μεταδότη, του πομπού