Перешкода στα ελληνικά

Μετάφραση: перешкода, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδόφραγμα, δυσχέρεια, αναποδιά, εμπόδιο, φράγμα, εξωθώ, φραγμός, μπάρα, μειονέκτημα, δυσκολία, φράσσω, αμηχανία, στένωση, παρακώλυση, φραγμού, φραγμό, φράγματος
Перешкода στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • атрибут στα ελληνικά - αποδίδω, ιδιότητα, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
  • врядування στα ελληνικά - τιμόνι, γραφείο, πηδάλιο, κυρίαρχος, θώκος, διακυβέρνηση, διακυβέρνησης, ...
  • колба στα ελληνικά - κρεμμύδι, βολβός, λαμπτήρα, λάμπα, βολβού, βολβό
  • ліки στα ελληνικά - ναρκωτικό, θυμάμαι, φάρμακο, ιατρική, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
Τυχαίες λέξεις
Перешкода στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδόφραγμα, δυσχέρεια, αναποδιά, εμπόδιο, φράγμα, εξωθώ, φραγμός, μπάρα, μειονέκτημα, δυσκολία, φράσσω, αμηχανία, στένωση, παρακώλυση, φραγμού, φραγμό, φράγματος