Εμπόδιο στα ουκρανικά

Μετάφραση: εμπόδιο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
завада, перешкода, бар'єр, перепона, бар`єр
Εμπόδιο στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπόδιο

εμπόδιο στο λαιμό, σκόπελος εμπόδιο, εμπόδιο στα αγγλικά, εμποδιο συνώνυμα, παιδαγωγικό εμπόδιο, εμπόδιο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εμπόδιο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • εμπριμέ στα ουκρανικά - чепурити, ситець, ситец
  • εμπρός στα ουκρανικά - вперед, переслати, привіт, наперед, передній, алло, відправити, ...
  • εμπόρευμα στα ουκρανικά - товарний, крам, товар
  • εμπόριο στα ουκρανικά - професія, торгувати, професійно-технічний, фах, торгівля, Торговельне, торговля
Τυχαίες λέξεις
Εμπόδιο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: завада, перешкода, бар'єр, перепона, бар`єр