Преса στα ελληνικά
Μετάφραση: преса, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιουσία, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вирішальний στα ελληνικά - κρίσιμος, ζωτικός, καθοριστικός, αποφασιστικός, αποκαλυπτικός, αποφασιστική, αποφασιστικό, ...
- грошовитий στα ελληνικά - οικονομικός, τοκογλύφος, λεφτά, πολυχρήματος, πλούσιος, πλουσίων, των πλουσίων, ...
- кругозір στα ελληνικά - ορίζοντας, θέα, άποψη, Outlook, προοπτικές, το Outlook
- курс στα ελληνικά - πλεύση, πραγματεία, πιάτο, επικεφαλίδα, πορεία, διατριβή, φυσικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Преса στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιουσία, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε
Μεταφράσεις: περιουσία, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε