Різкий στα ελληνικά
Μετάφραση: різкий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκληρός, στυφός, δριμύς, τάρτα, τραχύς, κτηνώδης, πρόχειρος, καυστικός, διαπεραστικός, άγριος, κοφτός, αμβλύς, ενοχλητικός, εσπευσμένος, βιαστικός, απότομος, σκληρές, σκληρή, σκληρό, σκληρά, δύσκολες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- базіка στα ελληνικά - διατηρώ, πολυλογάς, πολυφλύαρο άτομο
- берег στα ελληνικά - γιαλός, αμμουδιά, νήμα, εξοκέλλω, κλώνος, ακτή, ξηρά, ...
- вихованість στα ελληνικά - αναπαραγωγή, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση
- едикт στα ελληνικά - διάγγελμα, διάταγμα, το διάταγμα, διάταγμα του, έδικτο, διάταγμα που
Τυχαίες λέξεις
Різкий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκληρός, στυφός, δριμύς, τάρτα, τραχύς, κτηνώδης, πρόχειρος, καυστικός, διαπεραστικός, άγριος, κοφτός, αμβλύς, ενοχλητικός, εσπευσμένος, βιαστικός, απότομος, σκληρές, σκληρή, σκληρό, σκληρά, δύσκολες
Μεταφράσεις: σκληρός, στυφός, δριμύς, τάρτα, τραχύς, κτηνώδης, πρόχειρος, καυστικός, διαπεραστικός, άγριος, κοφτός, αμβλύς, ενοχλητικός, εσπευσμένος, βιαστικός, απότομος, σκληρές, σκληρή, σκληρό, σκληρά, δύσκολες