Смоктати στα ελληνικά
Μετάφραση: смоктати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- борсук στα ελληνικά - ασβός, παρενοχλώ, ασβού, badger, ασβών, ασβό
- білиться στα ελληνικά - bilytsya
- керувати στα ελληνικά - σκηνοθετώ, τρέχω, εξουσιάζω, έλεγχος, καθοδηγώ, διαχειρίζονται, διαχειριστεί, ...
- клік στα ελληνικά - κλικ, Κάντε κλικ, Κάντε κλικ στο, κλικ για, Κάντε κλικ στο κουμπί
Τυχαίες λέξεις
Смоктати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
Μεταφράσεις: γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το