Спосіб στα ελληνικά
Μετάφραση: спосіб, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχηματίζω, μανεκέν, τεχνική, πλάθω, διαμορφώνω, μοντέλο, μακέτα, μόδα, σέβομαι, σεβασμός, τρόπος, τρόπο, τον τρόπο, δρόμο, τρόπος για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- держава στα ελληνικά - κοινοπολιτεία, υφήλιος, κατάσταση, κράτος, πολιτεία, κρατικών, κρατικές
- дотепи στα ελληνικά - συνετά, σοφά, Facetiae
- журналістика στα ελληνικά - δημοσιογράφος, δημοσιογραφία, Δημοσιογραφίας, τη δημοσιογραφία, της δημοσιογραφίας, η δημοσιογραφία
- зачинити στα ελληνικά - κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Τυχαίες λέξεις
Спосіб στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχηματίζω, μανεκέν, τεχνική, πλάθω, διαμορφώνω, μοντέλο, μακέτα, μόδα, σέβομαι, σεβασμός, τρόπος, τρόπο, τον τρόπο, δρόμο, τρόπος για
Μεταφράσεις: σχηματίζω, μανεκέν, τεχνική, πλάθω, διαμορφώνω, μοντέλο, μακέτα, μόδα, σέβομαι, σεβασμός, τρόπος, τρόπο, τον τρόπο, δρόμο, τρόπος για