Homologacja στα ελληνικά
Μετάφραση: homologacja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έγκριση, παραδοχή, έγκρισης, την έγκριση, εγκρίσεως, έγκρισή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- homolog στα ελληνικά - ομόλογο, ομολόγου, ομόλογη, ομόλογό, ομόλογου
- homologia στα ελληνικά - ομολογία, ομολογίας, την ομολογία, της ομολογίας
- homologiczny στα ελληνικά - ομόλογος, ομόλογο, ομόλογες, ομόλογη, ομόλογου
Τυχαίες λέξεις
Homologacja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έγκριση, παραδοχή, έγκρισης, την έγκριση, εγκρίσεως, έγκρισή
Μεταφράσεις: έγκριση, παραδοχή, έγκρισης, την έγκριση, εγκρίσεως, έγκρισή