Έγκριση στα πολωνικά

Μετάφραση: έγκριση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
aprobata, zgoda, homologacja, pochwała, zatwierdzenie, uznanie, homologacji, zatwierdzenia, zatwierdzanie
Έγκριση στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έγκριση

έγκριση περιβαλλοντικών όρων, έγκριση αρχαιολογίας για οικοδομές, έγκριση κοινωνικού μερίσματος, έγκριση αίτησης κοινωνικού μερίσματος, έγκριση δόμησης, έγκριση λεξικό γλώσσας πολωνικά, έγκριση στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • έγκλημα στα πολωνικά - przestępczość, przestęp, zbrodnia, przestępstwo, występek, kryminał, przestępczości, ...
  • έγκλιση στα πολωνικά - tryb, usposobienie, nastrojenie, humor, atmosfera, nastrój, samopoczucie, ...
  • έγκυος στα πολωνικά - brzemienny, ciężarny, w ciąży, ciężarna, brzemienna, ciąży, ciążę
  • έγκυρος στα πολωνικά - bezapelacyjny, miarodajny, władny, autorytatywny, rozpoznawalny, ważny, obowiązujący, ...
Τυχαίες λέξεις
Έγκριση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: aprobata, zgoda, homologacja, pochwała, zatwierdzenie, uznanie, homologacji, zatwierdzenia, zatwierdzanie