Opryskać στα ελληνικά

Μετάφραση: opryskać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πασπαλίζω, πιτσιλάω, πιτσιλίζω, ραντίζω, πασπάλισμα, πλατσουρίζω, σπρέι, ψεκασμού, ψεκασμό, ψεκάζετε, ψεκάστε
Opryskać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aprobować στα ελληνικά - ανέχομαι, έκφραση, εγκρίνω, όψη, επιδοκιμάζω, εγκρίνει, εγκρίνουν, ...
  • autobus στα ελληνικά - προπονητής, πούλμαν, προπονώ, άμαξα, τέρμα, λεωφορείο, λεωφορείων, ...
  • chlubny στα ελληνικά - αξιέπαινος, ένδοξος, αξιόπιστος, αξιόλογη, αξιόπιστων, πιστώνεται
  • epileptyk στα ελληνικά - επιληπτικός, επιληπτικές, επιληπτικών, επιληπτικούς, επιληπτική
Τυχαίες λέξεις
Opryskać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πασπαλίζω, πιτσιλάω, πιτσιλίζω, ραντίζω, πασπάλισμα, πλατσουρίζω, σπρέι, ψεκασμού, ψεκασμό, ψεκάζετε, ψεκάστε