Płoszyć στα ελληνικά

Μετάφραση: płoszyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχίζω, ξεκίνημα, πτερυγίζω, αρχή, ξεκινώ, τρομάζω, ξάφνιασμα, τρομάξει, τρομάζουν και, να τρομάξει
Płoszyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • barokowy στα ελληνικά - μπαρόκ, Baroque, το μπαρόκ, μπαρόκ Της, του Μπαρόκ
  • dawność στα ελληνικά - αρχαιότητα, την αρχαιότητα, αρχαιότητας, αρχαία
  • dużo στα ελληνικά - πολλοί, άφθονος, πολλά, πολλές, πολύ, πολλή
  • funkcjonalnie στα ελληνικά - λειτουργικά, λειτουργικώς, λειτουργική, λειτουργικό
Τυχαίες λέξεις
Płoszyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχίζω, ξεκίνημα, πτερυγίζω, αρχή, ξεκινώ, τρομάζω, ξάφνιασμα, τρομάξει, τρομάζουν και, να τρομάξει