Patrzeć στα ελληνικά

Μετάφραση: patrzeć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οφθαλμός, μάτι, φρουρά, βλέμμα, βλέπω, ρολόι, παρακολουθώ, φτιάχνω, ατενίζω, ματιά, κοιτάζω, κοιτάξτε, εξετάσουμε
Patrzeć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cyrkon στα ελληνικά - ζιρκόνιο, ζιρκονίου, του ζιρκονίου, το ζιρκόνιο
  • familijny στα ελληνικά - οικογένεια, οικογένειας, οικογενειακή, οικογένειά, της οικογένειας
  • hołdowniczy στα ελληνικά - παραπόταμος, παραπόταμο, παραπόταμου, παραποτάμου, υποτελής
Τυχαίες λέξεις
Patrzeć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οφθαλμός, μάτι, φρουρά, βλέμμα, βλέπω, ρολόι, παρακολουθώ, φτιάχνω, ατενίζω, ματιά, κοιτάζω, κοιτάξτε, εξετάσουμε