Pożywny στα ελληνικά

Μετάφραση: pożywny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεπτικός, θρεπτικός, στερεός, αξιόλογος, τροφικός, ουσιαστικός, πλούσιος, θρεπτικά, θρεπτικό, θρεπτική, θρεπτικών
Pożywny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akwen στα ελληνικά - δεξαμενή, έκταση, περιοχή, περιοχής, χώρο, ζώνη
  • bezszwowy στα ελληνικά - χωρίς ραφή, απρόσκοπτη, χωρίς, άνευ ραφής, χωρίς συγκόλληση
  • dekstryna στα ελληνικά - δεξτρίνη, δεξτρίνης, η δεξτρίνη, της δεξτρίνης, δεξτρίνες
  • inhibicja στα ελληνικά - αναστολή, παρεμπόδιση, αναστολής, η αναστολή, την αναστολή
Τυχαίες λέξεις
Pożywny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεπτικός, θρεπτικός, στερεός, αξιόλογος, τροφικός, ουσιαστικός, πλούσιος, θρεπτικά, θρεπτικό, θρεπτική, θρεπτικών