Powtarzający στα ελληνικά

Μετάφραση: powtarzający, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεχής, επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες
Powtarzający στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • czerń στα ελληνικά - σαμούρι, μαύρος, μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες
  • dosłownie στα ελληνικά - κυριολεκτικά, Πλήρη, αυτολεξεί, επί λέξει, λέξει, λέξη
  • falownik στα ελληνικά - αντιστροφέας, μετατροπέα, μετατροπέας, αντιστροφέα, inverter
  • frezowanie στα ελληνικά - άλεσμα, άλεσης, άλεση, αλέσεως, φρεζάρισμα
Τυχαίες λέξεις
Powtarzający στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεχής, επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες