Przyznać στα ελληνικά
Μετάφραση: przyznać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εισάγω, διακηρύσσω, εξομολογώ, συγκατάθεση, παραδέχομαι, επιχορηγώ, χορηγώ, ομολογώ, αναγνωρίζω, κατέχω, υποτροφία, επιτρέπω, συμφωνία, διανέμω, της], επίδομα, παραδέχονται, ομολογήσω, παραδεχτώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezwiednie στα ελληνικά - ασυναίσθητα, εξαπίνης, άθελα, ασυνείδητα, υποσυνείδητα, και ασυνείδητα
- bimetal στα ελληνικά - διμέταλλος, διμεταλλικό, διμεταλλικός, διμεταλλικού, δχμεταλλχκού
- butelkować στα ελληνικά - μπουκάλι, εμφιαλώνω, φιάλη, φιάλης, φιαλών, φιαλίδιο
- grzmot στα ελληνικά - ραγίζω, χειροκροτώ, κροτώ, βροντές, μπουμπουνίζω, ρωγμή, έξαρση, ...
Τυχαίες λέξεις
Przyznać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εισάγω, διακηρύσσω, εξομολογώ, συγκατάθεση, παραδέχομαι, επιχορηγώ, χορηγώ, ομολογώ, αναγνωρίζω, κατέχω, υποτροφία, επιτρέπω, συμφωνία, διανέμω, της], επίδομα, παραδέχονται, ομολογήσω, παραδεχτώ
Μεταφράσεις: εισάγω, διακηρύσσω, εξομολογώ, συγκατάθεση, παραδέχομαι, επιχορηγώ, χορηγώ, ομολογώ, αναγνωρίζω, κατέχω, υποτροφία, επιτρέπω, συμφωνία, διανέμω, της], επίδομα, παραδέχονται, ομολογήσω, παραδεχτώ