Rumpel στα ελληνικά
Μετάφραση: rumpel, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πηδάλιο, δοιάκι, τιμόνι, οιακοστροφίο, Λαγουδέρας, βραχίονα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chlorek στα ελληνικά - χλωριούχο, χλωριούχου, χλωρίδιο, χλωριδίου, το χλωριούχο
- czopować στα ελληνικά - κωλυσιεργώ, παρακωλύω, βύσμα, πρίζα, plug, βύσματος, φις, ...
- feldmarszałek στα ελληνικά - στρατάρχη, Στρατάρχης, τον Στρατάρχη
- goniec στα ελληνικά - δρομέας, επίσκοπος, αθλητής, σελίδα, αγγελιοφόρος, δρομέα, συμμετέχων, ...
Τυχαίες λέξεις
Rumpel στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πηδάλιο, δοιάκι, τιμόνι, οιακοστροφίο, Λαγουδέρας, βραχίονα
Μεταφράσεις: πηδάλιο, δοιάκι, τιμόνι, οιακοστροφίο, Λαγουδέρας, βραχίονα