Πηδάλιο στα πολωνικά
Μετάφραση: πηδάλιο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sterownica, kierowanie, rumpel, ster, steru, rudder, steru kierunku, sterowe
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πηδάλιο
ιερό πηδάλιο, πηδάλιο αλεξανδρούπολη, πηδάλιο ορισμός, πηδάλιο της εκκλησίας, πηδάλιο κανών θ, πηδάλιο λεξικό γλώσσας πολωνικά, πηδάλιο στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- πηγαίνω στα πολωνικά - wyjeżdżać, jechać, stawać, pójść, iść, odejść, próba, ...
- πηγούνι στα πολωνικά - podbródek, broda, chin, podbródka, brody
- πηδώ στα πολωνικά - podskakiwać, uskok, podskoczyć, fikać, sprężyna, przeskok, skocznia, ...
- πηνίο στα πολωνικά - induktor, zwijać, spirala, wężownica, krąg, cewka, splot, ...
Τυχαίες λέξεις
Πηδάλιο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: sterownica, kierowanie, rumpel, ster, steru, rudder, steru kierunku, sterowe
Μεταφράσεις: sterownica, kierowanie, rumpel, ster, steru, rudder, steru kierunku, sterowe