Słabość στα ελληνικά
Μετάφραση: słabość, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατονία, αδυναμία, αδυναμίας, αδυναμίες, την αδυναμία, η αδυναμία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agitacja στα ελληνικά - ταραχή, ανακίνηση, αναταραχή, ανάδευση, ανάδευσης
- bezapelacyjny στα ελληνικά - επιβλητικός, έγκυρος, αυταρχικός, επιτακτικός, ανένδοτος, προστακτικός, αυθαίρετος
- błyskotliwie στα ελληνικά - έξοχα, λαμπρά, άψογα, εξαιρετικά, έξυπνα
- hydrozol στα ελληνικά - Hydrosol, Hydrosol αφορά, κολλοειδές υδρδλυμα, κολλοειδές υδρόλυμα, κολλοειδές υδρόλυμα του
Τυχαίες λέξεις
Słabość στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατονία, αδυναμία, αδυναμίας, αδυναμίες, την αδυναμία, η αδυναμία
Μεταφράσεις: ατονία, αδυναμία, αδυναμίας, αδυναμίες, την αδυναμία, η αδυναμία