Ατονία στα πολωνικά
Μετάφραση: ατονία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
słabość, niemoc, debilizm, osłabienie, słabością, słabości, osłabienia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατονία
ατονία της μήτρας και αιμορραγία μετά τον τοκετό, ατονία υπνηλία, ατονία εντέρου, ατονία αδυναμία κόπωση, ατονία στην εγκυμοσύνη, ατονία λεξικό γλώσσας πολωνικά, ατονία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ατομικός στα πολωνικά - indywiduum, osobliwy, osobisty, osoba, osobnik, jednostka, jednolity, ...
- ατομικότητα στα πολωνικά - indywidualność, jednostkowość, odrębność, osobowość, indywidualności, indywidualnoś
- ατονώ στα πολωνικά - marnieć, omdleć, omdlewać, więdnąć, tęsknić, słabnąć, obumierać, ...
- ατραξιόν στα πολωνικά - podróż, jeździć, jazda, jechać, przejażdżka, przejazd, kurs, ...
Τυχαίες λέξεις
Ατονία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: słabość, niemoc, debilizm, osłabienie, słabością, słabości, osłabienia
Μεταφράσεις: słabość, niemoc, debilizm, osłabienie, słabością, słabości, osłabienia