Sanitarka στα ελληνικά
Μετάφραση: sanitarka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοσοκομειακό, ασθενοφόρο, ασθενοφόρων, ασθενοφόρου, το ασθενοφόρο, ασθενοφόρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bratanie στα ελληνικά - αδελφοποίηση, συναδέλφωση, αδερφοποίησης, της συναδέλφωσης
- erupcyjny στα ελληνικά - εκρηκτικός, εκρηκτικές, eruptive, εξανθηματικά, εκρηξιγενή
- głosownia στα ελληνικά - φωνολογία, φωνολογίας, τη φωνολογία, φωνολογικό, φωνολογίας της
- idiom στα ελληνικά - ιδίωμα, ιδιωματισμός, ιδιώματος, Λόγος, ιδίωμα που
Τυχαίες λέξεις
Sanitarka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοσοκομειακό, ασθενοφόρο, ασθενοφόρων, ασθενοφόρου, το ασθενοφόρο, ασθενοφόρα
Μεταφράσεις: νοσοκομειακό, ασθενοφόρο, ασθενοφόρων, ασθενοφόρου, το ασθενοφόρο, ασθενοφόρα