Skłócać στα ελληνικά

Μετάφραση: skłócać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαιρώ, χωρίζω, διχάζω
Skłócać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aromatyzować στα ελληνικά - αρωματίζει
  • buldożer στα ελληνικά - μπουλούκος, μπουλντόζα, μπουλντόζας, εκσκαφέας, μπουλντόζες
  • deser στα ελληνικά - επιδόρπιο, γλυκό, επιδορπίων, το επιδόρπιο, Επιδόρπιο Στοιχεία εστιατορίου
  • ewoluować στα ελληνικά - αναπτύσσομαι, εξελίσσομαι, εξελίσσονται, εξελιχθεί, εξελίσσεται, εξελιχθούν, να εξελιχθεί
Τυχαίες λέξεις
Skłócać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαιρώ, χωρίζω, διχάζω