Wkopać στα ελληνικά
Μετάφραση: wkopać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενσωματώνω, περιζώνω, μπήγω, Ενσωματώστε, embed, ενσωματώσετε, Ενσωματώστε το, να ενσωματώσετε
Μεταφράσεις
- czystka στα ελληνικά - εκκενώνω, αποκάθαρση, κάθαρση
- długopis στα ελληνικά - στυλό, μάντρα, Πένες, ballpen, Στυλό
- echosonda στα ελληνικά - σειρήνα, βυθόμετρο, βυθομέτρου, υγιέστερη, υγιέστερες
- gburowaty στα ελληνικά - τραχύς, αγροίκος, σκυθρωπός, κακότροπος, κατσούφης, οργίλος, δύστροπο, ...
Τυχαίες λέξεις
Wkopać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενσωματώνω, περιζώνω, μπήγω, Ενσωματώστε, embed, ενσωματώσετε, Ενσωματώστε το, να ενσωματώσετε
Μεταφράσεις: ενσωματώνω, περιζώνω, μπήγω, Ενσωματώστε, embed, ενσωματώσετε, Ενσωματώστε το, να ενσωματώσετε