Zręczność στα ελληνικά

Μετάφραση: zręczność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανότητα, ευστροφία, πονηρός, σβελτάδα, απευθύνω, καπάτσος, διεύθυνση, τέχνη, επιτηδειότητα, σκάφος, τέχνασμα, ευκολία, φιλοτεχνία, δεξιοτεχνία, κολάι, ευχέρεια, επιδεξιότητα, την Επιδεξιότητα, δεξιότητα, επιδεξιότητας
Zręczność στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alkowa στα ελληνικά - εσοχή, σηκός, κόγχη, σηκού, αλκόβα
  • baran στα ελληνικά - βλάκας, εμβολίζω, κριάρι, κριός, έμβολο, RAM, μνήμη RAM
  • ciułać στα ελληνικά - απόθεμα, κομπόδεμα, τσιγγουνεύω, σμικρύνω, κολοβώ, γλίσχρος
  • egzekwować στα ελληνικά - επιβάλλω, εκτελώ, άσκηση, επιβάλουν, επιβάλλουν, επιβολή, την επιβολή, ...
Τυχαίες λέξεις
Zręczność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανότητα, ευστροφία, πονηρός, σβελτάδα, απευθύνω, καπάτσος, διεύθυνση, τέχνη, επιτηδειότητα, σκάφος, τέχνασμα, ευκολία, φιλοτεχνία, δεξιοτεχνία, κολάι, ευχέρεια, επιδεξιότητα, την Επιδεξιότητα, δεξιότητα, επιδεξιότητας