Καταδικάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: καταδικάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sensibilizar, amaldiçoar, sentenciar, oração, sentença, proposição, frase, condenar, droga, maldito, maldita, maldição, dum raio
Καταδικάζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταδικάζω

καταδικάζω συνώνυμα, καταδικάζω english, καταδικάζω συνώνυμο, καταδικάζω ετυμολογία, καταδικάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καταδικάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • καταδαπανώ στα πορτογαλικά - fingir, dilapidar, desvanecer, dissimular, barulho, katadapano
  • καταδεικνύω στα πορτογαλικά - proclame, proclamar, apregoar, procissão, evidenciar, evidenciam, demonstrar, ...
  • καταδικασμένος στα πορτογαλικά - condenado, condenados, condenada, fadado, condenadas
  • καταδικαστέος στα πορτογαλικά - condenável, execrável, maldito, maldita, abominável
Τυχαίες λέξεις
Καταδικάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sensibilizar, amaldiçoar, sentenciar, oração, sentença, proposição, frase, condenar, droga, maldito, maldita, maldição, dum raio