Colapso στα ελληνικά
Μετάφραση: colapso, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωριάζομαι, καταρρέω, κατάρρευση, κατάρρευσης, πτώση, την κατάρρευση, η κατάρρευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- colaborar στα ελληνικά - συνεργάζομαι, συνεργάζονται, συνεργαστούν, συνεργαστεί, να συνεργάζονται
- colagem στα ελληνικά - μουσίτσα, κόλλα, κολλώ, κολάζ, κολλάζ, το κολάζ, του κολάζ, ...
- colar στα ελληνικά - πιστόλι, κολάρο, εμμένω, μαστίχα, αυτοκόλλητο, μουσίτσα, κόλλα, ...
- colarinho στα ελληνικά - κολάρο, λουρί, γιακάς, περιλαίμιο, γιακά, κολλάρο, κολάρου
Τυχαίες λέξεις
Colapso στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωριάζομαι, καταρρέω, κατάρρευση, κατάρρευσης, πτώση, την κατάρρευση, η κατάρρευση
Μεταφράσεις: σωριάζομαι, καταρρέω, κατάρρευση, κατάρρευσης, πτώση, την κατάρρευση, η κατάρρευση