Constituir στα ελληνικά
Μετάφραση: constituir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκροτώ, αποτελώ, συνιστούν, συνιστά, αποτελούν, αποτελεί, αποτελέσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- constipação στα ελληνικά - κρύος, πούντα, κρυολόγημα, δυσκοιλιότητα, δυσκοιλιότητας, τη δυσκοιλιότητα, της δυσκοιλιότητας, ...
- constitua στα ελληνικά - συγκροτώ, αποτελώ, συνιστά, αποτελεί, αποτελούν, συνιστούν
- constranger στα ελληνικά - εξαναγκάζω, δύναμη, βία, περιορίζουν, περιορίσει, περιορίσουν, να περιορίσουν, ...
- construir στα ελληνικά - χτίζω, κάνω, φτιάχνω, οικοδομώ, κατασκευάζω, εξαναγκάζω, ράμπα, ...
Τυχαίες λέξεις
Constituir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκροτώ, αποτελώ, συνιστούν, συνιστά, αποτελούν, αποτελεί, αποτελέσει
Μεταφράσεις: συγκροτώ, αποτελώ, συνιστούν, συνιστά, αποτελούν, αποτελεί, αποτελέσει