Escultura στα ελληνικά
Μετάφραση: escultura, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγαλμα, γλυπτική, γλυπτό, γλυπτικής, γλυπτά, γλυπτών
Μεταφράσεις
- escudo στα ελληνικά - καβούκι, περίβλημα, καταφύγιο, οβίδα, ασπίδα, κέλυφος, καταφεύγω, ...
- esculpir στα ελληνικά - γλυπτό, γλυπτική, άγαλμα, δρεπάνι, κόβω, χαράζω, σκαλίζω, ...
- escurecer στα ελληνικά - αμαυρώνω, σκουραίνει, σκουρύνει, σκουραίνουν, σκουρύνετε
- escureça στα ελληνικά - αμυδρός, σκοτεινός, αμυδρό, dim, ισχνές
Τυχαίες λέξεις
Escultura στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγαλμα, γλυπτική, γλυπτό, γλυπτικής, γλυπτά, γλυπτών
Μεταφράσεις: άγαλμα, γλυπτική, γλυπτό, γλυπτικής, γλυπτά, γλυπτών