Fechar στα ελληνικά
Μετάφραση: fechar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνιγηρός, πτυχή, κλειδαριά, παραθυρόφυλλο, κολλητός, αποπνιχτικός, διπλώνω, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fechadura στα ελληνικά - κλειδαριά, κλειδώσετε, κλειδώσει, κλειδώνει, κλειδώστε
- fechamento στα ελληνικά - κλειδαριά, κλείσιμο, τερματισμού, διακοπή λειτουργίας, τερματισμού λειτουργίας, shutdown
- fecundidade στα ελληνικά - γονιμότητα, ευφορία, ευγονία, γονιμότητας, τη γονιμότητα, της γονιμότητας, γονιμότητα του
- fecundo στα ελληνικά - πλούσιος, λίπος, γόνιμος, παραγωγικός, χόνδρος, χοντρός, καρποφόρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Fechar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνιγηρός, πτυχή, κλειδαριά, παραθυρόφυλλο, κολλητός, αποπνιχτικός, διπλώνω, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Μεταφράσεις: πνιγηρός, πτυχή, κλειδαριά, παραθυρόφυλλο, κολλητός, αποπνιχτικός, διπλώνω, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής