Juro στα ελληνικά
Μετάφραση: juro, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολαβή, επιτόκιο, ενδιαφέρον, τόκος, εισόδημα, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- jurisdição στα ελληνικά - δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
- jurisprudência στα ελληνικά - νόμος, νομολογία, νομολογίας, τη νομολογία, νομολογία του, της νομολογίας
- juros στα ελληνικά - τόκος, ενδιαφέρον, ποσοστό, επιτόκιο, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
- jus στα ελληνικά - δικαίωμα, σωστός, δεξιός, το jus, εκθλίψεως, έκθλιψης
Τυχαίες λέξεις
Juro στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολαβή, επιτόκιο, ενδιαφέρον, τόκος, εισόδημα, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
Μεταφράσεις: απολαβή, επιτόκιο, ενδιαφέρον, τόκος, εισόδημα, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος