Prática στα ελληνικά
Μετάφραση: prática, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξασκώ, άσκηση, ασκώ, σχέδιο, πρακτική, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- proíba στα ελληνικά - σχέδιο, πρόγραμμα, απαγορεύω, προβάλλω, απαγορεύει, που απαγορεύει, απαγορεύουσα, ...
- prudente στα ελληνικά - επιφυλακτικός, φασκόμηλο, φρόνιμος, σοφός, λογικός, εφεκτικός, συνετός, ...
- prático στα ελληνικά - άσκηση, πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά
- prédica στα ελληνικά - κήρυγμα, κηρύγματος, κήρυγμά, ομιλία, το κήρυγμα
Τυχαίες λέξεις
Prática στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξασκώ, άσκηση, ασκώ, σχέδιο, πρακτική, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές
Μεταφράσεις: εξασκώ, άσκηση, ασκώ, σχέδιο, πρακτική, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές