Proprietário στα ελληνικά
Μετάφραση: proprietário, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κτήτορας, ιδιοκτησία, ιδιοκτήτης, κάτοχος, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- proposta στα ελληνικά - απόπειρα, τρυφερός, μαλακός, πρόταση, προσπάθεια, πρότασης, πρόταση της, ...
- propriedade στα ελληνικά - εκτίμηση, υπόληψη, εξευμενίζω, ακίνητο, σπίτι, κτήμα, περιουσία, ...
- propulsor στα ελληνικά - οδηγώ, προωθητικό, προωθητικού, προωστικό, προωθητικών, καύσιμο κίνησης
- propício στα ελληνικά - επίκαιρος, πλεονεκτικός, βολικός, ευνοϊκός, ευμενής, ευνοϊκό, ευνοϊκές, ...
Τυχαίες λέξεις
Proprietário στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κτήτορας, ιδιοκτησία, ιδιοκτήτης, κάτοχος, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
Μεταφράσεις: κτήτορας, ιδιοκτησία, ιδιοκτήτης, κάτοχος, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο