Avocat στα ελληνικά
Μετάφραση: avocat, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικηγόρος, συνήγορος, δικηγόρο, δικηγόρου, τον δικηγόρο, ο δικηγόρος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aviditate στα ελληνικά - προθυμία, απληστία, απληστίας, συγγένειας, δύναμης σύνδεσης, βαθμό συγγένειας
- avion στα ελληνικά - στάθμη, πλάνη, αεροσκάφος, αεροπλάνο, ροκάνι, επίπεδο, επιπέδου, ...
- azbest στα ελληνικά - αμίαντος, αμίαντο, αμιάντου, τον αμίαντο, αμίαντου
- azil στα ελληνικά - ασυλία, καταφύγιο, άσυλο, ασύλου, το άσυλο, του ασύλου, χορήγησης ασύλου
Τυχαίες λέξεις
Avocat στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικηγόρος, συνήγορος, δικηγόρο, δικηγόρου, τον δικηγόρο, ο δικηγόρος
Μεταφράσεις: δικηγόρος, συνήγορος, δικηγόρο, δικηγόρου, τον δικηγόρο, ο δικηγόρος