Propagare στα ελληνικά
Μετάφραση: propagare, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκταση, επέκταση, προέκταση, διάδοση, διάδοσης, πολλαπλασιασμού, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμός
Μεταφράσεις
- pronume στα ελληνικά - αντωνυμία, αντωνυμίας, αντωνυμίες, την αντωνυμία
- pronunţie στα ελληνικά - προφορά, την προφορά, εκφώνηση, προφορά της λέξης, προφοράς
- proporţie στα ελληνικά - αναλογία, ποσοστό, μέρος, ανάλογα, ποσοστού
- proprietar στα ελληνικά - κτήτορας, ιδιοκτήτης, κάτοχος, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
Τυχαίες λέξεις
Propagare στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκταση, επέκταση, προέκταση, διάδοση, διάδοσης, πολλαπλασιασμού, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμός
Μεταφράσεις: έκταση, επέκταση, προέκταση, διάδοση, διάδοσης, πολλαπλασιασμού, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμός