Анафема στα ελληνικά
Μετάφραση: анафема, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαγορεύω, κατάρα, ανάθεμα, αποκλείω, αποκλεισμός, απαγόρευση, ανάθεμα για, το ανάθεμα, αναθέματος, είναι ανάθεμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- анатомический στα ελληνικά - ανατομικός, ανατομική, ανατομικές, ανατομικά, ανατομικών
- анатомия στα ελληνικά - ανατομία, ανατομίας, την ανατομία, της ανατομίας, ανατομική
- анахорет στα ελληνικά - ασκητής, αναχωρήτης, αναχωρητή, αναχωρητής, ασκητή
- анахронизм στα ελληνικά - αναχρονισμός, αναχρονισμό, αναχρονιστικό, αναχρονιστική, αναχρονισμού
Τυχαίες λέξεις
Анафема στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαγορεύω, κατάρα, ανάθεμα, αποκλείω, αποκλεισμός, απαγόρευση, ανάθεμα για, το ανάθεμα, αναθέματος, είναι ανάθεμα
Μεταφράσεις: απαγορεύω, κατάρα, ανάθεμα, αποκλείω, αποκλεισμός, απαγόρευση, ανάθεμα για, το ανάθεμα, αναθέματος, είναι ανάθεμα