Беззаботный στα ελληνικά
Μετάφραση: беззаботный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάφορος, ανέμελος, απερίσκεπτος, ξένοιαστος, ξέγνοιαστος, χαρούμενος, οκνός, απρόσεκτος, αμέριμνος, ράθυμος, ξέγνοιαστες, ανέμελη, ξένοιαστες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беззаботно στα ελληνικά - σε, με ελαφριά καρδιά, ελαφρή συνείδηση
- беззаботность στα ελληνικά - απροσεξία, απροσεξίας, αμέλεια, αμέλειας, ανεμελιά
- беззаветно στα ελληνικά - ανιδιοτελώς, αφιλοκερδώς, αυταπάρνηση, με αυταπάρνηση, ανιδιοτέλεια
- беззаветный στα ελληνικά - ανιδιοτελής, ανιδιοτελή, ανιδιοτελούς, ανιδιοτελείς, την ανιδιοτελή
Τυχαίες λέξεις
Беззаботный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάφορος, ανέμελος, απερίσκεπτος, ξένοιαστος, ξέγνοιαστος, χαρούμενος, οκνός, απρόσεκτος, αμέριμνος, ράθυμος, ξέγνοιαστες, ανέμελη, ξένοιαστες
Μεταφράσεις: αδιάφορος, ανέμελος, απερίσκεπτος, ξένοιαστος, ξέγνοιαστος, χαρούμενος, οκνός, απρόσεκτος, αμέριμνος, ράθυμος, ξέγνοιαστες, ανέμελη, ξένοιαστες