Благоговейный στα ελληνικά

Μετάφραση: благоговейный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστός, θρησκευτικός, ευσεβής, θρήσκος, θρησκευόμενος, ευλαβικός, ευλαβική, ευλαβικό, ευλαβή, ευλαβικής
Благоговейный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • благовонный στα ελληνικά - αρωματικός, καραμέλα, ευώδης, γλυκός, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ...
  • благовоспитанный στα ελληνικά - ευγενικός, εκλεπτυσμένη, ξεπεσμένου, ευγενής, ευγενή
  • благоговение στα ελληνικά - δέος, ευλάβεια, σεβασμό, σεβασμού, σεβασμός, ευλάβειας
  • благоговеть στα ελληνικά - λατρεία, λατρεύω, σέβομαι, προσκυνήσουν, προσκυνήσει, προσκυνήσουμε, προσκυνούν
Τυχαίες λέξεις
Благоговейный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστός, θρησκευτικός, ευσεβής, θρήσκος, θρησκευόμενος, ευλαβικός, ευλαβική, ευλαβικό, ευλαβή, ευλαβικής