Государственный στα ελληνικά

Μετάφραση: государственный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγεμόνας, κρατίδιο, κυρίαρχος, εθνικός, κράτος, αυτεξούσιος, κοινός, πολιτικός, κατάσταση, πολιτεία, μέλος, μέλους
Государственный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гость στα ελληνικά - φιλοξενούμενος, επισκέπτης, καλεσμένος, προσκεκλημένος, επισκεπτών
  • государственность στα ελληνικά - κρατικής υπόστασης, κρατική υπόσταση, πολιτείας, την κρατική υπόσταση, κρατική οντότητα
  • государство στα ελληνικά - προσγειώνομαι, εξουσία, δύναμη, κοινοπολιτεία, κρατίδιο, εξοχή, επαρχία, ...
  • государыня στα ελληνικά - κυρίαρχος, ηγεμόνας, αυτεξούσιος, αυτοκράτειρα, αυτοκράτειρας, την αυτοκράτειρα, η αυτοκράτειρα, ...
Τυχαίες λέξεις
Государственный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγεμόνας, κρατίδιο, κυρίαρχος, εθνικός, κράτος, αυτεξούσιος, κοινός, πολιτικός, κατάσταση, πολιτεία, μέλος, μέλους