Изменяемость στα ελληνικά
Μετάφραση: изменяемость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετατρεψιμότητα, μετατρεψιμότητας, τη μετατρεψιμότητα, μετατρεψιμότητα του, η μετατρεψιμότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- велик στα ελληνικά - χοντρός, μεγάλος, πρόστυχος, απίθανος, πρωτεύουσα, ακαθάριστος, αισχρός, ...
- вилки στα ελληνικά - καβουράκι, πιρούνια, διχάλες περóνης, περόνες, forks, περονών
- выродок στα ελληνικά - κτήνος, εκφυλίζομαι, έκφυλος, τέρας, εκφυλισμένος, εκφυλισμένη, εκφυλισμένων, ...
- груженый στα ελληνικά - φορτωμένος, φορτωμένο, έμφορτου οχήματος, με φορτίο, έμφορτο
Τυχαίες λέξεις
Изменяемость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετατρεψιμότητα, μετατρεψιμότητας, τη μετατρεψιμότητα, μετατρεψιμότητα του, η μετατρεψιμότητα
Μεταφράσεις: μετατρεψιμότητα, μετατρεψιμότητας, τη μετατρεψιμότητα, μετατρεψιμότητα του, η μετατρεψιμότητα