Месторасположение στα ελληνικά

Μετάφραση: месторасположение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατοικία, τόπος, τοποθεσία, θέση, τοποθεσίας, τοποθεσιών, των τοποθεσιών
Месторасположение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • акростих στα ελληνικά - ακροστιχίδα
  • выскальзывать στα ελληνικά - γλιστρώ, γλίστρημα, παραδρομή, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
  • джонни στα ελληνικά - Johnny, Τζόνι, Ο Johnny, του Johnny, τον Johnny
  • дополнить στα ελληνικά - συμπληρώνω, συμπλήρωμα, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Τυχαίες λέξεις
Месторасположение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατοικία, τόπος, τοποθεσία, θέση, τοποθεσίας, τοποθεσιών, των τοποθεσιών