Отдельный στα ελληνικά

Μετάφραση: отдельный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωριστός, αρκετοί, ανύπαντρος, ιδιαίτερος, ανεξάρτητος, άτομο, απόκοσμος, χωρίζω, απομονωμένος, αρκετές, μοναχικός, μονόκλινος, αυτεξούσιος, ξεχωριστός, ασυντρόφευτος, ατομικός, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας
Отдельный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • анемия στα ελληνικά - αναιμία, αναιμίας, της αναιμίας, αναιμία του, την αναιμία
  • глотание στα ελληνικά - χελιδόνι, καταπίνω, καταπιούν, καταπιεί, καταπιείτε
  • гниющий στα ελληνικά - αποσυντιθεμένος, σηπομένος, σαπρός, σε αποσύνθεση, βρίσκεται σε αποσύνθεση
  • дробинка στα ελληνικά - πυροβολισμός, πυροβόλησα, σκάγια, πυροβολώ, σφαιρίδιο, ίζημα, σβώλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Отдельный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωριστός, αρκετοί, ανύπαντρος, ιδιαίτερος, ανεξάρτητος, άτομο, απόκοσμος, χωρίζω, απομονωμένος, αρκετές, μοναχικός, μονόκλινος, αυτεξούσιος, ξεχωριστός, ασυντρόφευτος, ατομικός, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας