Ανεξάρτητος στα ρωσικά
Μετάφραση: ανεξάρτητος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отдельный, обеспеченный, независимый, самостоятельный, независимым, независимой, независимая, независимы
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεξάρτητος
ανεξάρτητος ενωτικός συνδυασμός, ανεξάρτητος παρατηρητής, ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος, ανεξάρτητος ευρωβουλευτής κρίτων αρσένης, ανεξάρτητος συνδυασμός, ανεξάρτητος λεξικό γλώσσας ρωσικά, ανεξάρτητος στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- ανεμόπτερο στα ρωσικά - планёр, планер, планерист, планер в, планера, параплан, глайдер
- ανεμώδης στα ρωσικά - болтливый, многословный, пустой, хвастливый, несерьезный, ветреный, ветрено, ...
- ανεξαρτησία στα ρωσικά - независимость, самостоятельность, независимости, самостоятельности
- ανεπάρκεια στα ρωσικά - недостаток, ограниченность, недостаточность, недостаточности, недостаточностью
Τυχαίες λέξεις
Ανεξάρτητος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: отдельный, обеспеченный, независимый, самостоятельный, независимым, независимой, независимая, независимы
Μεταφράσεις: отдельный, обеспеченный, независимый, самостоятельный, независимым, независимой, независимая, независимы