Пар στα ελληνικά
Μετάφραση: пар, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπίρτο, χέρσος, συνταιριάζω, ζευγάρι, ταιριάζω, αγώνας, ατμός, αχνίζω, ατμού, ατμό, με ατμό, χαμάμ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аналитический στα ελληνικά - αναλυτικός, αναλυτική, αναλυτικές, ανάλυσης, αναλυτικών
- вороний στα ελληνικά - κόρακα, χήνας, της χήνας, του κόρακα
- вычистить στα ελληνικά - εκκενώνω, καθαρός, καθαρό, καθαρά, καθαρή, καθαρές
- декаграмм στα ελληνικά - δέκα γραμμάρια
Τυχαίες λέξεις
Пар στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπίρτο, χέρσος, συνταιριάζω, ζευγάρι, ταιριάζω, αγώνας, ατμός, αχνίζω, ατμού, ατμό, με ατμό, χαμάμ
Μεταφράσεις: σπίρτο, χέρσος, συνταιριάζω, ζευγάρι, ταιριάζω, αγώνας, ατμός, αχνίζω, ατμού, ατμό, με ατμό, χαμάμ