Плодовитость στα ελληνικά
Μετάφραση: плодовитость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευφορία, παραγωγικότητα, ευγονία, γονιμότητα, γονιμότητας, τη γονιμότητα, της γονιμότητας, γονιμότητα του
Μεταφράσεις
- бабуин στα ελληνικά - κυνοπίθηκος, βαβουίνος, μπαμπουϊνο, βαβουίνο, μπαμπουίνου
- безделье στα ελληνικά - απραξία, αργία, απραξίας, τεμπελιά, η αδράνεια
- беспринципность στα ελληνικά - ασυνειδησία, ασυνειδησίας, της ασυνειδησίας, την ασυνειδησία
- воспитывающий στα ελληνικά - πειθαρχικός, εκπαιδευτικός, εκπαιδευτικό, εκπαιδευτική, μορφωτικό, εκπαιδευτικά
Τυχαίες λέξεις
Плодовитость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευφορία, παραγωγικότητα, ευγονία, γονιμότητα, γονιμότητας, τη γονιμότητα, της γονιμότητας, γονιμότητα του
Μεταφράσεις: ευφορία, παραγωγικότητα, ευγονία, γονιμότητα, γονιμότητας, τη γονιμότητα, της γονιμότητας, γονιμότητα του