Пожирать στα ελληνικά
Μετάφραση: пожирать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρώω, καταβροχθίζω, καταβροχθίσει, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσουν, καταφάγει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- братоубийство στα ελληνικά - αδελφοκτονία, αδελφοκτονίες, η αδελφοκτονία, αδελφοκτόνες, αδελφοκτονίας
- вольно στα ελληνικά - ελεύθερα, απεριόριστα, άπταιστα, ελεύθερη, ελεύθερης, ελευθέρως, δωρεάν
- девичник στα ελληνικά - κότα, όρνιθα, κότας, ορνίθων, όρνιθας
- житница στα ελληνικά - σιτοβολώνας, σιτοβολώνα, σιτοπαραγωγική, breadbasket, σιτοβολώνας της
Τυχαίες λέξεις
Пожирать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρώω, καταβροχθίζω, καταβροχθίσει, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσουν, καταφάγει
Μεταφράσεις: τρώω, καταβροχθίζω, καταβροχθίσει, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσουν, καταφάγει