Поспешность στα ελληνικά
Μετάφραση: поспешность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βιάζομαι, τρέχω, ορμή, σπεύδω, εκστρατεία, βιασύνη, σπουδή, η βιασύνη, εσπευσμένης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авангардизм στα ελληνικά - κίνημα, κίνηση, avant, αβάν, πρωτοποριακό, πρωτοπορία, πρωτοπορίας
- гора στα ελληνικά - ανεβαίνω, στοιβάδα, λόφος, βλαστός, εκτινάσσω, κόβω, αυξάνομαι, ...
- доказывающий στα ελληνικά - ραδιοπρόγραμα χωρίς εμπορικής αγγελίας, συγκρατήσεως, συντηρούμενη
- жечься στα ελληνικά - τσουκνίδα, κεντρίζω, τσιμπώ, κεντρί, καίω, zhechsya
Τυχαίες λέξεις
Поспешность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βιάζομαι, τρέχω, ορμή, σπεύδω, εκστρατεία, βιασύνη, σπουδή, η βιασύνη, εσπευσμένης
Μεταφράσεις: βιάζομαι, τρέχω, ορμή, σπεύδω, εκστρατεία, βιασύνη, σπουδή, η βιασύνη, εσπευσμένης